Χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις, μικρές και μεσαίου μεγέθους, κατά τεκμήριο παραγωγικές, που συγκροτούν τον «γαλαξία» της «άλλης επιχειρηματικότητας», ασφυκτιούν στα όρια μιας αγοράς που μήνα με τον μήνα στεγνώνει από ρευστό και αναζητούν την τύχη τους στις ξένες αγορές. Συνωθούνται στις «εξαγωγικές οδούς» της χώρας, ελπίζοντας ότι θα «ρεφάρουν» τις απελπισμένες προοπτικές της εσωτερικής αγοράς. Στη διάρκεια των δύο τελευταίων χρόνων αυξάνονται όλο και περισσότερο ο αριθμός των επιχειρήσεων, αλλά και η σύνθεση με βάση το οικονομικό τους μέγεθος, που σπεύδουν να συμμετάσχουν στις διεθνείς εκθέσεις σε συνεργασία με τον Οργανισμό Προώθησης Εξαγωγών (ΟΠΕ) και να παρουσιάσουν τα προϊόντα τους στους ξένους επισκέπτες.Είναι γεγονός πως η «άλλη Ελλάδα», αυτή που προσπαθεί, αλλά δεν είναι στο επιχειρηματικό προσκήνιο, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί ως τώρα, καταβάλλει εναγώνιες προσπάθειες για να διασώσει αυτό που ως σήμερα έχει δημιουργήσει. Ο πρόεδρος του ΟΠΕ κ. Αλ. Καλαμπόκης μιλώντας προς «Το Βήμα» τονίζει χαρακτηριστικά ότι όλες οι εκθέσεις στις οποίες συμμετέχει ο ΟΠΕ είναι πλήρεις από την πλευρά των ελληνικών επιχειρήσεων – όπως π.χ. η επικείμενη έκθεση τροφίμων τον Φεβρουάριο στο Ντουμπάι –, γεγονός το οποίο θεωρεί πρωτοφανές για τα δεδομένα του οργανισμού.
Η κατανάλωση περιορίζεται, ωστόσο είναι αρκετοί εκείνοι οι οποίοι αναζητούν την αυθεντικότητα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων. Αυτός είναι και ο λόγος που οι πωλήσεις της μικρής παραγωγικής και τυποποιητικής εταιρείας οσπρίων Αροσις, που λειτουργεί από το 1956 στην Καστοριά, στη διάρκεια του 2010 είχαν αύξηση 12% και τούτο παρά το γεγονός ότι το σκέλος των εξαγωγών της είναι ακόμη περιορισμένο.
Μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Τρ. Φωτιάδης ανέφερε συγκεκριμένα ότι πέρυσι οι πωλήσεις της εταιρείας ανήλθαν στα 1,8 εκατ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές της αντιστοιχούν μόλις στο 7% - 10%. Οι μικρής αξίας εξαγωγές οφείλονται στην υψηλή τιμή που έχουν τα ελληνικά όσπρια, γεγονός που ισχύει και για την εσωτερική αγορά. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «μπορεί κάποιος να αγοράσει κινέζικα φασόλια στο λιμάνι του Πειραιά με ένα ευρώ το κιλό, όταν εμείς πληρώνουμε τον παραγωγό 2,5 ευρώ το κιλό». Παρ' όλα αυτά η Αροσις κατόρθωσε και από το 2002 εξάγει τα προϊόντα της στο... Μανχάταν της Νέας Υόρκης, αλλά και στη Μεγάλη Βρετανία, τη Γερμανία, την Ταϊλάνδη και την Κύπρο.
Η εταιρεία έχει οικογενειακό χαρακτήρα και από το 1956 - σε μια διαδρομή τριών γενεών - παράγει και συσκευάζει τα όσπρια Καστοριάς και Πρεσπών και από το 1996 παράγει και βιολογικά φασόλια ενώ από το 2004 λανσάρει τρεις νέες σειρές προϊόντων. Ρύζια Θεσσαλονίκης και Σερρών, βιολογικής και συμβατικής γεωργίας, άγρια μανιτάρια Πίνδου και Πλιγούρι Πίνδου. Συνολικά συσκευάζει και διακινεί 40 διαφορετικούς κωδικούς ελληνικών οσπρίων και ρυζιών, συμβατικών και βιολογικών.
Συσκευασμένα φρούτα από την Oporello
Η εταιρεία Oporello της οικογένειας Λαμπρούλη στη Λάρισα πραγματοποιεί το 90% των πωλήσεων συσκευασμένων φρέσκων φρούτων σε αρκετές ξένες αγορές. Δραστηριοποιούμενη από το 1964 σε αυτόν τον τομέα, συσκευάζει κάστανα, ακτινίδια, μήλα, αχλάδια, κεράσια, ροδάκινα, σταφύλια και κυδώνια.
Από τα 25 εκατ. ευρώ που ήταν οι πωλήσεις της το 2011 τα 8 εκατ. ευρώ προήλθαν από την πώληση συσκευασμένων φρούτων - η εταιρεία παράλληλα δραστηριοποιείται και στον τομέα της διανομής. Βασικές αγορές των προϊόντων της, όπως ανέφερε μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Κ. Λαμπρούλης, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, είναι η Αίγυπτος, η Ρουμανία, η Ισπανία, η Ολλανδία, η Ρωσία, το Ιράκ, η Συρία, η Ιορδανία και η Κύπρος. Απασχολεί μόνιμο προσωπικό 80 εργαζομένων και 80 εργαζομένους ως έκτακτο και όπως λέει ο κ. Λαμπρούλης «στόχος μας είναι να στέλνουμε στο εξωτερικό 5 αυτοκίνητα την ημέρα, αντί για 5 την εβδομάδα που στέλνουμε σήμερα».
Αύξηση πωλήσεων για τη Luncheon Meat
Στην ακριτική περιοχή του Εβρου, μία ανάσα από τα ελληνοτουρκικά σύνορα, γνωστή στη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας ως «νεκροταφείο επιχειρήσεων», η Lancheon Meat Εβρου AE του ομίλου εταιρειών Υφαντή αποτελεί την εξαίρεση. Εμφανίζει αύξηση πωλήσεων, αύξηση του όγκου παραγωγής, κέρδη - έστω και περιορισμένα - και μικρή αλλά αξιοσημείωτη αύξηση της απασχόλησης. Προ ημερών ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδα τη βράβευσε ως την καλύτερη εταιρεία της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.
Ο όμιλος Υφαντή - είναι πλέον ο μεγαλύτερος όμιλος αλλαντικών στην ελληνική αγορά - όταν το 1998 αγόρασε το εργοστάσιο, το οποίο βρίσκεται στην Αλεξανδρούπολη, την από παλιά αποκαλούμενη «ΒΙΠΕ κουφαριών», αρκετοί αμφέβαλαν για την αποτελεσματικότητα της επιλογής. Γρήγορα όμως διαψεύστηκαν. Το νέο εργοστάσιο αλλαντικών από το 1999 άρχισε να δραστηριοποιείται στην αγορά της μαζικής εστίασης, στην επαγγελματική αγορά, και όχι στη λιανική πώληση. Σήμερα διαθέτει ιδιόκτητο κέντρο διανομών στην Αθήνα και συνεργάζεται με την εταιρεία διανομών «Ifantis Bulgaria» κοντά στη Φιλιππούπολη. Παράγει ημερησίως 50 τόνους αλλαντικών (βραστά αλλαντικά και καπνιστά, λουκάνικα, αλλαντικά ωρίμανσης, ζαμπονοειδή και prosciutto) και όπως λέει ο κ. Χρ. Γκοτσίδης, γενικός διευθυντής της εταιρείας, μιλώντας προς «Το Βήμα» «στα 13 χρόνια λειτουργίας της εταιρείας μας έχουμε κάνει συνολικά 10.715.950 ευρώ επενδύσεις σε πάγια στοιχεία, κτιριακών μηχανημάτων, εξοπλισμών και περιβαλλοντικής προστασίας. Στο πλαίσιο αυτό έγιναν επεκτάσεις, εκσυγχρονισμοί, αντικαταστάσεις μηχανημάτων με νεότερης τεχνολογίας, δημιουργία νέων τμημάτων» και προσθέτει πως «τελευταία με την επένδυση 2010 - 2011 ολοκληρώθηκε το τμήμα βιομηχανικής παραγωγής prosciutto για πρώτη φορά στην Ελλάδα με βάση την ιταλική τεχνολογία του prosciutto di Parma». Και όπως τονίζει χαρακτηριστικά «όλες οι επενδύσεις έχουν γίνει εξ ιδίων κεφαλαίων και κυρίως από αφορολόγητα αποθεματικά των κερδών».
Στη διάρκεια του 2011 οι πωλήσεις της εταιρείας ανήλθαν στα 32,1 εκατ. ευρώ, έναντι 30,9 εκατ. ευρώ το 2010, σημειώνοντας αύξηση κατά 3,63%, ενώ παράλληλα αυξήθηκε και ο όγκος των πωλήσεων - ανήλθε στους 9.717 τόνους, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 4,6%. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση έχει το γεγονός ότι, όπως λέει ο κ. Γκοτσίδης, «η εταιρεία ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1999 με 12 εργαζομένους και σήμερα απασχολεί 163, εκ των οποίων οι 118 στο εργοστάσιο της BIΠΕ Αλεξανδρούπολης και οι 45 στο ιδιόκτητο κέντρο διανομής υποκατάστημά μας στην Αθήνα».
«Να αναβαθμίσουμε το ελαιόλαδο»
«Να αναβαθμίσουμε το ελαιόλαδο»
Κατά 16% αυξήθηκαν οι εξαγωγές της χανιώτικης εταιρείας Terra CretaΤο ελαιόλαδο μπορεί ίσως να χαρακτηριστεί το σύγχρονο «ευγενές προϊόν». Η Terra Creta ΑΕ του κ. Μ. Αναγνωστάκη δημιουργήθηκε μόλις το 2001 στα Χανιά και ευθύς εξαρχής είχε εξαγωγικό προσανατολισμό, έτσι ώστε σήμερα σχεδόν το σύνολο των πωλήσεών της να προέρχεται από τις ξένες αγορές. Από το 2009 διαθέτει υπερσύγχρονες και ιδιόκτητες εγκαταστάσεις στο Κολυμβάρι Χανίων και η παραγωγική της δυναμικότητα είναι δεκαπλάσια της ποσότητας ελαιολάδου που επεξεργάζεται και τυποποιεί.
Μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Αναγνωστάκης ανέφερε ότι στη διάρκεια του 2011 οι πωλήσεις εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου της Terra Creta ανήλθαν σε 4,8 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 16% έναντι του 2010. Τα προϊόντα του εξάγονται σε 20 χώρες, από τις οποίες οι τέσσερις-πέντε είναι και οι καλύτερες αγορές τους. Πρόκειται για τη Γερμανία, το Βέλγιο, τις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Ρωσία.
Οπως εξηγεί, «στην Ελλάδα δεν πουλάμε γιατί είναι δύσκολο να διεισδύσει κανείς στα δίκτυα διανομής».
Η χανιώτικη εταιρεία στη διάρκεια των τελευταίων δύο χρόνων έχει αρχίσει να δραστηριοποιείται και στον τομέα της συμβολαιακής γεωργίας προκειμένου «να έχει τον πλήρη έλεγχο της πρώτης ύλης». Παρά το «νεαρό» της ηλικίας της, ως τώρα έχει αποσπάσει, μεταξύ των άλλων, πέντε διεθνή χρυσά βραβεία για την ποιότητα των προϊόντων της.
Πέρυσι τυποποίησε περισσότερους από 1.100 τόνους ελαιολάδου, ενώ η παραγωγική δυναμικότητα των εγκαταστάσεών της ανέρχεται σε 11.000 τόνους.
Και όπως τονίζει ο κ. Αναγνωστάκης, «στο χέρι μας είναι να ανατρέψουμε την υπάρχουσα κατάσταση στον τομέα του ελαιολάδου και να προχωρήσουμε στην ποιοτική αναβάθμιση του σπουδαίου αυτού ελληνικού προϊόντος».
Τα κρητικά ξεροτήγανα ταξιδεύουν στην υφήλιοΗ βιοτεχνία ειδών αρτοποιίας από τη Σητεία της Κρήτης με την επωνυμία Σητειακός Μύλος, με 80 χρόνων παράδοση στη λειτουργία της, εκμεταλλεύθηκε δύο βασικά χαρακτηριστικά: το εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο της περιοχής και την αρτοποιητική παράδοση της Κρήτης. Η εταιρεία βρίσκεται ήδη στην τρίτη γενιά της οικογένειας Καλαμπόκη και οι εξαγωγικές επιδόσεις της – παρά το οικονομικό της μέγεθος – είναι εντυπωσιακές.
Οπως ανέφερε μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Χρ. Καλαμπόκης, οι πωλήσεις της εταιρείας, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια, δεν υπερβαίνουν τα 2 εκατ. ευρώ, αλλά οι εξαγωγές της συνεχώς αυξάνονται και αντιστοιχούν στο 50% των πωλήσεών της. Και πρόσθεσε χαρακτηριστικά ότι οι πωλήσεις της στην εσωτερική αγορά μειώνονται με ρυθμούς που υπερβαίνουν ακόμη και το 20%, ενώ αντίστοιχα οι εξαγωγές της αυξάνονται χρόνο με τον χρόνο ισόποσα και κατορθώνουν να εξισορροπούν τις αντίρροπες τάσεις.
Η εταιρεία ξεκίνησε από ένα ζαχαροπλαστείο στη Σητεία το 1930 και μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία το 1992. Σήμερα απασχολεί 30 εργαζομένους, παράγει 25-30 κωδικούς προϊόντων, καθώς και προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας για μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ (ΑΒ Βασιλόπουλος και Χαλκιαδάκης ΑΕ). Ξεροτήγανα, καλιτσούνια, παξιμαδάκια αμυγδάλου, κουλουράκια λαδιού, σταφιδωτά, μπισκότα καρυδιού, παξιμαδάκια πορτοκαλιού, μπισκότα μανταρινιού, κουραμπιέδες, γευστικά μελομακάρονα, παραδοσιακά μπισκότα και παξιμαδάκια σε διάφορες γεύσεις και τα παραδοσιακά κρίθινα παξιμαδάκια σε πέντε διαφορετικές γεύσεις: φυσικά κρίθινα, με βασιλικό, με ρίγανη, με θυμάρι και με δεντρολίβανο, είναι ορισμένα από τα προϊόντα που παράγει και εξάγει από την Κρήτη σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στην Ιαπωνία, στην Κορέα, στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, στην Κύπρο.
Μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Αναγνωστάκης ανέφερε ότι στη διάρκεια του 2011 οι πωλήσεις εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου της Terra Creta ανήλθαν σε 4,8 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 16% έναντι του 2010. Τα προϊόντα του εξάγονται σε 20 χώρες, από τις οποίες οι τέσσερις-πέντε είναι και οι καλύτερες αγορές τους. Πρόκειται για τη Γερμανία, το Βέλγιο, τις ΗΠΑ, την Κίνα και τη Ρωσία.
Οπως εξηγεί, «στην Ελλάδα δεν πουλάμε γιατί είναι δύσκολο να διεισδύσει κανείς στα δίκτυα διανομής».
Η χανιώτικη εταιρεία στη διάρκεια των τελευταίων δύο χρόνων έχει αρχίσει να δραστηριοποιείται και στον τομέα της συμβολαιακής γεωργίας προκειμένου «να έχει τον πλήρη έλεγχο της πρώτης ύλης». Παρά το «νεαρό» της ηλικίας της, ως τώρα έχει αποσπάσει, μεταξύ των άλλων, πέντε διεθνή χρυσά βραβεία για την ποιότητα των προϊόντων της.
Πέρυσι τυποποίησε περισσότερους από 1.100 τόνους ελαιολάδου, ενώ η παραγωγική δυναμικότητα των εγκαταστάσεών της ανέρχεται σε 11.000 τόνους.
Και όπως τονίζει ο κ. Αναγνωστάκης, «στο χέρι μας είναι να ανατρέψουμε την υπάρχουσα κατάσταση στον τομέα του ελαιολάδου και να προχωρήσουμε στην ποιοτική αναβάθμιση του σπουδαίου αυτού ελληνικού προϊόντος».
Τα κρητικά ξεροτήγανα ταξιδεύουν στην υφήλιοΗ βιοτεχνία ειδών αρτοποιίας από τη Σητεία της Κρήτης με την επωνυμία Σητειακός Μύλος, με 80 χρόνων παράδοση στη λειτουργία της, εκμεταλλεύθηκε δύο βασικά χαρακτηριστικά: το εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο της περιοχής και την αρτοποιητική παράδοση της Κρήτης. Η εταιρεία βρίσκεται ήδη στην τρίτη γενιά της οικογένειας Καλαμπόκη και οι εξαγωγικές επιδόσεις της – παρά το οικονομικό της μέγεθος – είναι εντυπωσιακές.
Οπως ανέφερε μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Χρ. Καλαμπόκης, οι πωλήσεις της εταιρείας, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια, δεν υπερβαίνουν τα 2 εκατ. ευρώ, αλλά οι εξαγωγές της συνεχώς αυξάνονται και αντιστοιχούν στο 50% των πωλήσεών της. Και πρόσθεσε χαρακτηριστικά ότι οι πωλήσεις της στην εσωτερική αγορά μειώνονται με ρυθμούς που υπερβαίνουν ακόμη και το 20%, ενώ αντίστοιχα οι εξαγωγές της αυξάνονται χρόνο με τον χρόνο ισόποσα και κατορθώνουν να εξισορροπούν τις αντίρροπες τάσεις.
Η εταιρεία ξεκίνησε από ένα ζαχαροπλαστείο στη Σητεία το 1930 και μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία το 1992. Σήμερα απασχολεί 30 εργαζομένους, παράγει 25-30 κωδικούς προϊόντων, καθώς και προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας για μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ (ΑΒ Βασιλόπουλος και Χαλκιαδάκης ΑΕ). Ξεροτήγανα, καλιτσούνια, παξιμαδάκια αμυγδάλου, κουλουράκια λαδιού, σταφιδωτά, μπισκότα καρυδιού, παξιμαδάκια πορτοκαλιού, μπισκότα μανταρινιού, κουραμπιέδες, γευστικά μελομακάρονα, παραδοσιακά μπισκότα και παξιμαδάκια σε διάφορες γεύσεις και τα παραδοσιακά κρίθινα παξιμαδάκια σε πέντε διαφορετικές γεύσεις: φυσικά κρίθινα, με βασιλικό, με ρίγανη, με θυμάρι και με δεντρολίβανο, είναι ορισμένα από τα προϊόντα που παράγει και εξάγει από την Κρήτη σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στην Ιαπωνία, στην Κορέα, στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, στην Κύπρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου