Σελίδες

Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Η επαπειλούμενη κρίση συνταξιοδότησης στις ΗΠΑ

 
Της Laura Tyson

Καθώς το πρώτο κύμα των baby boomers της Αμερικής αρχίζει να συνταξιοδοτείται, το σύστημα (συνταξιοδότησης) αποκαλύπτει τις ατέλειές του. Περισσότερο από το ήμισυ του συνόλου των εργαζομένων (και περισσότερο από το 60% των εργαζομένων με χαμηλό εισόδημα) διατρέχουν τον κίνδυνο να μην έχουν επαρκή αποταμίευση για να διατηρήσουν το βιοτικό τους επίπεδο αφότου παύσουν να εργάζονται. Σε μία πρόσφατη διεθνή σύγκριση, το σύστημα συνταξιοδότησης της Αμερικής βαθμολογήθηκε με C (μόλις που πέρασε τη βάση, δηλαδή), αλλά για έναν μεγάλο και συνεχώς αυξανόμενο αριθμό Αμερικανών, το σύστημα έχει αποτύχει.

Η αργή ανάκαμψη από τη Μεγάλη Υφεση έχει επιδεινώσει τα προβλήματα. Τα σπίτια είναι το σημαντικότερο περιουσιακό στοιχείο για τους Αμερικανούς, που ετοιμάζονται να συνταξιοδοτηθούν και, παρά την πρόσφατη ανάκαμψη, οι τιμές των κατοικιών εξακολουθούν να είναι 28% χαμηλότερες από το ζενίθ που άγγιξαν το 2006, ενώ το 28% των ιδιοκτητών ακινήτων οφείλουν στα στεγαστικά τους δάνεια περισσότερο από τη σημερινή αξία της περιουσίας τους.
Τα προαιρετικά συνταξιοδοτικά προγράμματα των εταιρειών είναι ένας σημαντικός «πυλώνας» του συνταξιοδοτικού συστήματος της Αμερικής. Αλλά, σχεδόν 16 εκατομμύρια Αμερικανοί είναι άνεργοι ή έχουν «εκδιωχθεί» από το εργατικό δυναμικό της χώρας, ενώ περισσότερες από τις μισές θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της ανάκαμψης είναι χαμηλά αμειβόμενες, που συνήθως δεν προσφέρουν τέτοια προγράμματα (συνταξιοδότησης). Αντιθέτως, οι περισσότεροι από τις 625.000 θέσεις εργασίας στον δημόσιο τομέα, που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της ανάκαμψης προσέφεραν γενναιόδωρες συντάξεις.
Σχεδόν το 60% του συνόλου των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, ηλικίας 25-64 ετών δεν καλύπτονται από προγράμματα συνταξιοδότησης του εργοδότη, ενώ και τα ποσοστά κάλυψης ποικίλλουν ανάλογα με το εισόδημα: Το 73% του συνόλου των εργαζομένων στην κορυφή της «πυραμίδας» αποδοχών καλύπτονται από τέτοια προγράμματα, σε σύγκριση με μόλις το 38% όσων ανήκουν στη βάση της «πυραμίδας» αποδοχών. Η συμμετοχή στα προγράμματα (συνταξιοδότησης) διαφέρει, επίσης, ανάλογα με το εισόδημα με τους χαμηλά αμειβόμενους εργαζομένους να είναι πολύ λιγότερο πιθανό να συμμετέχουν, σε σύγκριση με τους υψηλά αμειβόμενους. Η απουσία καθολικής (συνταξιοδοτικής) κάλυψης σημαίνει επίσης ότι οι εργαζόμενοι μετακινούνται μέσα και έξω από τα προγράμματα συνταξιοδότησης, κάθε φορά που αλλάζουν θέσεις εργασίας. Περισσότερο από το ένα τρίτο του συνόλου των νοικοκυριών καταλήγουν χωρίς συνταξιοδοτική κάλυψη από τον εργοδότη τους. Αντιθέτως, σε πολλές άλλες χώρες, η υποχρεωτική συμμετοχή των εργοδοτών και των εργαζομένων σε εθνικά εργοδοτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα σημαίνει σχεδόν καθολική κάλυψη.
Η προσωπική αποταμίευση, ένας άλλο «πυλώνας» του συνταξιοδοτικού συστήματος των ΗΠΑ, είναι θλιβερά ανεπαρκής για τα περισσότερα νοικοκυριά, εν μέρει επειδή η στασιμότητα του μέσου μισθού επί δεκαετίες έχει καταστήσει δύσκολη την αποταμίευση. Σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη, το ένα τρίτο των Αμερικανών ηλικίας 45-54 ετών δεν έχουν τίποτα αποταμιεύσει ειδικά για όταν συνταξιοδοτηθούν. Εν τω μεταξύ, τα τρία τέταρτα των κοντά στη σύνταξη ατόμων ηλικίας 50-64 ετών - έχουν ετήσιο εισόδημα κάτω από 52.201 δολάρια και ο μέσος όρος της συνολικής αποταμίευσής τους για την περίοδο, που θα είναι συνταξιούχοι είναι λιγότερος των 27.000 δολαρίων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες βασίζονται σε γενναιόδωρα φορολογικά κίνητρα για την ενθάρρυνση των προσωπικών αποταμιεύσεων συνταξιοδότησης, αλλά αυτά τα κίνητρα είναι κακώς στοχευμένα και έχουν περιορισμένες αποδόσεις. Περισσότερο από το 80% της αξίας αυτών των κινήτρων πηγαίνει στο top 20% των φορολογουμένων, οι οποίοι κερδίζουν περισσότερα από 100.000 δολάρια τον χρόνο. Επιπλέον, ενώ τα κίνητρα κοστίζουν στο υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ σχεδόν 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, το αποτέλεσμά τους σε επιπλέον αποταμίευση είναι μικρό.
Αντίθετα, στρέφουν τους φορολογουμένους υψηλών εισοδημάτων να μεταφέρουν τις αποταμιεύσεις τους άλλης μορφής περιουσιακά στοιχεία με φορολογικά πλεονεκτήματα - έναν σημαντικό λόγο για τον οποίο ο πρόεδρος κ. Μπαράκ Ομπάμα προτείνει να ισχύσει ανώτατο όριο στην έκπτωση φόρου για τις αποταμιεύσεις συνταξιοδότησης.
Μία πιο ριζοσπαστική πρόταση θα ήταν να μετατραπεί η φορολογική έκπτωση σε μετρήσιμη κρατική εισφορά, που θα κατατίθεται απευθείας στον ατομικό λογαριασμό συνταξιοδότησης του φορολογουμένου (IRA). Οι φορολογούμενοι ανταποκρίνονται περισσότερο σε συγκεκριμένα, μετρήσιμα, κίνητρα από ό,τι σε φορολογικά κίνητρα, επειδή τα πρώτα είναι πιο εύκολο να γίνουν αντιληπτά και είναι πιο διαφανή.
Η έλλειψη κάλυψης σε εργοδοτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα και η ανεπαρκής προσωπική αποταμίευση αφήνουν περισσότερο από το ένα τρίτο του συνόλου των νοικοκυριών (και περισσότερο από το 75% των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα), απόλυτα εξαρτημένα από την κοινωνική ασφάλιση για τη σύνταξή τους. Και επειδή η κοινωνική ασφάλιση αντικαθιστά μόνο το 40% του προ-συνταξιοδότησης εισοδήματος για τους χαμηλόμισθους εργαζομένους και λιγότερο από το ένα τρίτο για τους εργαζομένους μεσαίου εισοδήματος, εκείνοι που βασίζονται σ' αυτήν ως μοναδική πηγή εισοδήματος ζουν στο όριο της φτώχειας ή και κάτω απ’ αυτό (τα ποσοστά αναπλήρωσης σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες είναι στην περιοχή του 70%, σε σύγκριση με το σημείο αναφοράς του 80% που συνιστούν οι ειδικοί συνταξιοδότησης.)
Η αντιμετώπιση της διαφαινόμενης κρίσης συνταξιοδότησης στις ΗΠΑ απαιτεί την αύξηση της κάλυψης των εργαζομένων σε εργοδοτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Η αυτόματη εγγραφή - εκτός αν ο εργαζόμενος αρνηθεί - έχει αποδειχθεί αποτελεσματική, αυξάνοντας τη συμμετοχή των εργαζομένων σε περισσότερο από το 90%. Πράγματι, πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι η αυτόματη εγγραφή είναι πολύ πιο αποτελεσματική από ό,τι τα φορολογικά κίνητρα για την αύξηση της αποταμίευσης συνταξιοδότησης.
Ωστόσο, πολλοί εργοδότες δεν προσφέρουν προγράμματα συνταξιοδότησης, ενώ σχεδόν όλοι οι εργαζόμενοι δικαιούνται φορολογικά πλεονεκτήματα IRA. Ο κ. Ομπάμα έχει προτείνει οι εργοδότες που δεν προσφέρουν προγράμματα συνταξιοδότησης να υποχρεούνται να παρέχουν αυτόματα εισφορές στους ατομικούς λογαριασμούς συνταξιοδότησης (IRA) των εργαζομένων τους, μέσω τακτικών κρατήσεων από τη μισθοδοσία. Αυτές οι εισφορές, αντίστοιχες με τις κρατικές εισφορές, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στη θέση ή επιπλέον των φορολογικών απαλλαγών, ώστε να ενθαρρύνονται οι χαμηλά αμειβόμενοι εργαζόμενοι να συμμετέχουν.
Η Καλιφόρνια και αρκετές άλλες πολιτείες των ΗΠΑ εξετάζουν την καθιέρωση νέων κρατικών προγραμμάτων συνταξιοδότησης για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα που δεν έχουν πρόσβαση σε εργοδοτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Το σχέδιο της Καλιφόρνια, βασισμένο σε μία πρόταση της Τερέζα Γκιλαρντούτσι και των συνεργατών της, θα εγγράφει αυτόματα τους δικαιούχους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα, που απασχολούνται σε εταιρείες με πέντε ή περισσότερους υπαλλήλους, οι οποίες δεν προσφέρουν προγράμματα συνταξιοδότησης. Οι εισφορές θα γίνονται μέσω αυτόματων κρατήσεων από τους μισθούς σε ποσοστό 3% των μικτών αποδοχών, αλλά οι εργαζόμενοι θα μπορούν να επιλέξουν να μην συμμετέχουν ή αν θέλουν να αναπροσαρμόσουν τα ποσοστά συμμετοχής τους.
Με βάση αυτό το σχέδιο, κάθε εργαζόμενος θα έχει ένα ατομικό υπόλοιπο του λογαριασμού του (που θα αντιμετωπίζεται ως IRA από φορολογική άποψη), αλλά τα περιουσιακά στοιχεία που θα διασφαλίζουν το πρόγραμμα, θα ανήκουν σ' ένα τραστ, με πραγματική απόδοση εγγυημένη από την ιδιωτική ασφάλιση και θα καταβάλλονται σταδιακά υπό τη μορφή ετήσιου εισοδήματος κατά τη συνταξιοδότηση. Οι λογαριασμοί θα πρέπει να είναι συνδεδεμένοι με τους εργαζομένους και όχι με τους εργοδότες τους, επιτρέποντας την κινητικότητα των εργαζομένων σε διαφορετικές θέσεις εργασίας. (Η έλλειψη της δυνατότητας μεταφοράς του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και η απουσία πληρωμών υπό τη μορφή ετήσιου εισοδήματος είναι σημαντικές ελλείψεις στα περισσότερα εργοδοτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα.) Μία ανεξάρτητη επιτροπή θα επιβλέπει αυτό το κρατικό πρόγραμμα, βασισμένη σε διαχειριστές επενδύσεων που θα έχουν επιλεγεί ελεύθερα από την αγορά.
Ο γερουσιαστής Τομ Χάρκιν πρότεινε πρόσφατα ένα εθνικό πρόγραμμα με πολλά παρόμοια χαρακτηριστικά, ανοιχτό σε όλους τους εργαζομένους των οποίων το εργοδοτικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα δεν πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις. Οι χώρες που είναι καλύτερες από τις ΗΠΑ στον παγκόσμιο δείκτη συνταξιοδότησης όσον αφορά στην κάλυψη, στην επάρκεια των παροχών, καθώς και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα διαθέτουν εθνικά συνταξιοδοτικά προγράμματα πέραν των βασικών του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Μερικά είναι υποχρεωτικά, σε ορισμένα είναι αυτόματη η εγγραφή και άλλα βασίζονται στην κάλυψη των κρατικών εισφορών για να ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των εργαζομένων.
Στις ΗΠΑ, καθιστώντας την αποταμίευση ευκολότερη και πιο προσοδοφόρα μέσω καλύτερα στοχευμένων φορολογικών κινήτρων, που αντιστοιχούν στις κρατικές εισφορές, και με πολιτειακά προγράμματα συνταξιοδότησης θα ενισχύονταν οι συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις, ιδίως για τα νοικοκυριά χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Η βελτίωση των χρηματοοικονομικών γνώσεων θα βοηθήσει επίσης. Η σημερινή εμμονή με τα ελλείμματα και τη δημοσιονομική λιτότητα δεν θα πρέπει να αποσπάσει την προσοχή από την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις, τις οποίες θα αντιμετωπίσουν την επαπειλούμενη κρίση συνταξιοδότησης που αντιμετωπίζουν πολλοί Αμερικανοί.

* Η κυρία Λόρα Τάισον, πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του προέδρου των ΗΠΑ, είναι καθηγήτρια στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων Haas στο Πανεπιστήμιο Berkeley της Καλιφόρνιας

Copyright: Project Syndicate, 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου