Τον τελευταίο καιρό, σε συζητήσεις που έχω με φίλους και γνωστούς σχετικά με τη παρούσα κατάσταση στην Ελλάδα, σχεδόν πάντα η συζήτηση καταλήγει στο ίδιο ερώτημα: Να φύγουμε ή όχι για εξωτερικό; Το όλο θέμα έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις, κυρίως ανάμεσα στους νέους. Μήπως όμως τελικά είναι πιο εύκολο να διώξουμε κάποιους άλλους αντί να φύγουμε εμείς οι ίδιοι;
Αντιλαμβάνομαι την αγωνία χιλιάδων νέων σήμερα. Την αισθάνομαι και μέσα μου καθημερινά. Το εξωτερικό πάντα φάνταζε και φαντάζει, ακόμη πιο πολύ τώρα, η εύκολη λύση. Από τις σπουδές μέχρι και την εργασία. Το ίδιο έκανα και εγώ για αρκετά χρόνια, διαλέγοντας την εύκολη λύση γιατί ίσως φοβόμουν την ελληνική πραγματικότητα, διαλέγοντας το συμβιβασμό παρά τη σύγκρουση.
Ήμουν από αυτούς που διάλεξαν τον αντίστροφο δρόμο. Πριν από 3 χρόνια ακριβώς και όταν η παγκόσμια οικονομική κρίση είχε ήδη αρχίσει να κάνει εμφανή τα πρώτα της σημάδια, επέλεξα το δρόμο της επιστροφής στη μητέρα πατρίδα.
Για καλό ή για κακό αυτό θα το δείξει η πορεία. Η πλειοψηφία των φίλων μου, πάντως, δεν έχει καταλάβει ακόμα την κίνηση μου αυτή και ιδιαίτερα με τα σημερινά δεδομένα της χώρας.
Η δουλειά στο εξωτερικό ήταν εύκολη. Δούλευες 9:00 – 5:00 και τα λεφτά πάντα στο λογαριασμό σου στο τέλος του μήνα. Είχες μια συγκεκριμένη εργασία κάθε μέρα. Για να πας από το 1 στο 4 θα έπρεπε οπωσδήποτε να περάσεις από το 2 και το 3.
Δεν τους ένοιαζε ότι εσύ μπορούσες να πας από το 1 στο 2 και μετά στο 3.5 για να έχεις ένα αποτέλεσμα του 5, στο μισό χρόνο κιόλας (όσοι έχουν δουλέψει στο εξωτερικό θα καταλάβουν σε τι ακριβώς αναφέρομαι και όσοι δεν έχουν, θα μιλήσουν απλά για το γνωστό “ελληνικό δαιμόνιο”!).
Ποτέ δεν αντιμετώπιζες δημόσιες υπηρεσίες και ποτέ δεν είχες να ασχοληθείς με Εφορίες, ΙΚΑ, Πολεοδομίες κτλ. Τις λιγοστές φορές που χρειαζόντουσαν διευκρινήσεις από αυτές, η απάντηση δινόταν μέσω μιας ολιγόλεπτης τηλεφωνικής συνομιλίας ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Παράδεισος θα μου πείτε!
Έρχεται όμως μια στιγμή στη ζωή του καθενός από εμάς που πρέπει να βάλει κάτω τα πράγματα και να ιεραρχήσει τις προτεραιότητες του. Για μένα αυτή η στιγμή ήρθε όταν αποφάσισα να δημιουργήσω οικογένεια.
Μετά από 7 χρόνια εργασίας, κοιτώντας πίσω είδα ότι όλη η ζωή μου στο εξωτερικό ήταν γεμάτη από ψευτοδιλήμματα και εγώ πάντα διάλεγα το λιγότερο επώδυνο, αυτό που θα απέφευγε τη σύγκρουση, γιατί το άλλο στο σέρβιραν με τέτοιο τρόπο που έδειχνε αδιέξοδο.
Με αυτό το τρόπο δημιουργήθηκαν και μεγάλωσαν γενιές ολόκληρες, γενιές που πάντα πήγαιναν με τα νερά του εκάστοτε συστήματος προκειμένου να μην χάσουν αυτά που οι ίδιοι απολάμβαναν μέσω αυτού του συστήματος και χωρίς ποτέ να διαφωνήσουν σε τίποτα με αυτό.
Κάπως έτσι δημιουργήθηκαν κοινωνίες στείρες από ιδέες, αφού το σύστημα έχει προβλέψει γι’ αυτούς τα πάντα. Δημιουργήθηκαν κοινωνίες όπου η πολιτική και ο πολιτικός λόγος είναι κάτι άγνωστο γι’ αυτές (βλ. ποσοστά συμμετοχής στις εκλογές στις χώρες του εξωτερικού). Κοινωνίες των αριθμών και όχι των ανθρώπων. Κοινωνίες που ευημερούσαν... στα ποσοστά.
Δεν ήθελα να δω το παιδί μου να μεγαλώνει σε μια τέτοια κοινωνία.
Προτίμησα λοιπόν την Ελλάδα παρόλα τα προβλήματα και τις δυσκολίες της, ρισκάροντας την ψυχική και οικονομική μου γαλήνη. Προτίμησα ένα πιο ανθρώπινο περιβάλλον για την οικογένεια μου, ένα περιβάλλον που είχε κρατήσει ακόμα αξίες όπως αυτή της ίδιας της οικογένειας. Και έτσι, ένα πρωί επέστρεψα.
Μέσα όμως σε 3 χρόνια είδα πράγματα που κατά καιρούς επέκρινα, μέχρι ακόμη και χλεύαζα στο εξωτερικό, να γίνονται και εδώ. Είδα τα ίδια διλήμματα που αντιμετώπισα κατά καιρούς εκεί να θέτονται και εδώ, με άλλη μορφή και από άλλη πηγή βέβαια. Αλλάζουμε ή βουλιάζουμε, σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα, 5η δόση ή χρεοκοπία, ξεπούλημα ή φτώχεια κτλ. Και τα διλήμματα δεν τελειώνουν εδώ. Θα έρθουν και άλλα σύντομα... λίγη υπομονή!
Η κοινωνία μας μεταμορφώνεται μεθοδευμένα και με βία σε ένα άλλο, ξένο προς αυτή, μοντέλο. Στις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80 η Ελλάδα μεταμορφώθηκε από μια αγροτική και παραδοσιακή κοινωνία σε μια αστική κοινωνία.
Τη δεκαετία του ’90 καθώς και τη πρώτη δεκαετία της χιλιετίας η αστική αυτή κοινωνία μεταμορφώθηκε σε κοινωνία της χλιδής, του extra large, του πούλ-μουρ και σε αυτό φέρουμε ευθύνη και εμείς οι ίδιοι.
Τρέξαμε όλοι να προλάβουμε για να μη μείνουμε πίσω στις “εξελίξεις”, λες και δεν υπήρχε αύριο!!! Και όμως παρόλα αυτά, αξίες που κάποτε είχαμε σαν λαός δεν έχουν ακόμα εκλείψει. Είναι ακόμα εδώ, είναι μέσα μας. Τις διαβάζω σε συζητήσεις στο διαδίκτυο, τις ακούω σε συζητήσεις στην πλατεία. Πάνε όμως να μας τις πάρουν και αυτές.
Ήρθαν τα άγρια να διώξουν τα ήμερα. Και εμείς τι κάνουμε; Πάμε να διευκολύνουμε το έργο τους αδειάζοντας τους τη γωνιά;
Σε αντίθεση με την προηγούμενη γενιά, τα δύσκολα για εμάς ήρθαν τώρα και όχι καθώς μεγαλώναμε. Είμαστε η γενιά των απαίδευτων, αλλά τουλάχιστον είμαστε και η γενιά των μορφωμένων. Ήρθε λοιπόν η ώρα και για εμάς να... εκ-παιδευτούμε. Ξεκινώντας από τη γειτονιά μας, από τα μικρά και καθημερινά, φτάνοντας μέχρι το Σύνταγμα.
Πόσοι από εμάς έχουμε ενδιαφερθεί, πραγματικά όμως, για τα κοινά του ίδιου μας του τόπου; Πόσοι από εμάς έχουμε παρακολουθήσει έστω και ένα τοπικό Δημοτικό Συμβούλιο, εκεί που λαμβάνονται οι αποφάσεις σε κάτι που αφορά άμεσα το ίδιο μας το σπίτι; Η απάντηση τις περισσότερες, αν όχι όλες τις φορές, είναι: ποτέ. Μη περιμένουμε λοιπόν κάποιον ηγέτη καβάλα σε άσπρο άλογο να έρθει να μας σώσει.
Οι καβαλάρηδες τη σημερινή εποχή αποκεφαλίζονται πριν καν ξεμυτίσουν, γιατί έτσι θέλει το σύστημα. Είμαστε μόνοι μας και κανείς δεν περισσεύει. Καλά τα “like” και τα groups στο Facebook σαν μορφή αντίδρασης, αλλά η πραγματική εκ-παίδευση πραγματοποιείται πέρα από την οθόνη του υπολογιστή μας, μέσα στο σπίτι μας, στη γειτονιά μας, στο δρόμο και στις πλατείες μας.
Όσοι λένε ότι η κρίση είναι προσωρινή και ότι απλώς αποφεύγουν τα χειρότερα με το να φύγουν για 3-4 χρόνια, κατά βάθος γνωρίζουν ότι αυτή ήρθε για να μείνει. Μπορεί το εγχείρημα του εξωτερικού να φαντάζει η εύκολη λύση τώρα, αλλά χρόνο με το χρόνο οι ανάγκες και οι προτεραιότητες αλλάζουν.
Τα 3-4 χρόνια μπορεί να γίνουν δεκαετίες και η επιστροφή μετά ακόμη πιο δύσκολη. Δεν είναι η πρώτη φορά στη παγκόσμια ιστορία που κάτι τέτοιο συμβαίνει. Αυτό όμως που κάνει και έκανε τη διαφορά στους λαούς που την αντιμετώπισαν κατά το παρελθόν είναι το πώς αυτοί την αντιμετώπισαν, ποιες ήταν οι αντιστάσεις τους και πόσο δυνατοί βγήκαν από αυτή.
Δε προσπαθώ να αποτρέψω κανένα από το να φύγει στο εξωτερικό. Ο καθένας μας έχει τα δικά του προβλήματα και είναι ελεύθερος να πάρει τις δικές του αποφάσεις. Εξάλλου, μία δοκιμή ποτέ δεν βλάπτει. Δεν θα κατηγορήσω κανέναν για φυγομαχία, καθώς οι αντοχές του καθένα από μας είναι διαφορετικές.
Η φυγή προς τα έξω ίσως εξασφαλίσει τη προσωρινή γαλήνη, συνάμα όμως εξασφαλίζει ότι η κατάσταση εδώ στην Ελλάδα θα παραμείνει η ίδια ακριβώς καθώς θα περιμένουμε κάποιους άλλους να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά για εμάς. Ίσως λοιπόν αξίζει να μείνουμε και να αγωνιστούμε γι’ αυτά που μας έχουν μείνει, για τα πράγματα αυτά που κάνουν την Ελλάδα...Ελλάδα και ας τη βρίζουμε καθημερινά.
Μήπως είναι πιο εύκολο δηλαδή να διώξουμε αυτούς που επέτρεψαν την Ελλάδα να πέσει σε αυτό το επίπεδο από το να αναγκαστούμε εμείς να τους κάνουμε τη χάρη και να φύγουμε; Σύμμαχους μπορούμε να βρούμε στην πορεία, ακόμα και από εκεί που ίσως δεν το περιμένουμε.
Πράγματα που χρόνια καταριόμασταν, όπως είναι η ελληνική γραφειοκρατία, ίσως και να αποτελέσει ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο για τους ξένους επενδυτές στη προσπάθεια τους να επενδύσουν στην Ελλάδα που ξεπουλιέται σήμερα από άκρη σ΄ άκρη για ένα κομμάτι ψωμί!
Ο Έλληνας και η Ελλάδα αποτελούν μια παγκόσμια πατέντα. Προσωπική μου άποψη είναι ότι αν καταφέρει το σύστημα αυτό να τιθασεύσει τους ατίθασους Έλληνες, δεν θα έχει απολύτως κανένα πρόβλημα να κάνει το ίδιο και σε άλλες χώρες.
Είμαστε πειραματόζωα σε ένα παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο που έχει μόλις αρχίσει. Δυστυχώς ήμασταν οι πρώτοι και σίγουρα όχι οι τελευταίοι. Γι’ αυτό, όσοι φύγουν, ας κρατήσουν αυτό στο μυαλό τους, αφού τα Ελληνικά «συμπτώματα” της οικονομικής κρίσης, αργά ή γρήγορα, θα εμφανιστούν και σε άλλες χώρες.
Μακάρι να μπορούσα να πω με σιγουριά ότι δε θα άφηνα ποτέ την Ελλάδα. Όταν όμως το πρόγραμμα και τα πλάνα σου βγαίνουν μέρα με τη μέρα και δε ξέρεις τι θα σου ξημερώσει αύριο, μια τέτοια δήλωση θα ήταν ίσως ουτοπική. Οι αντοχές του καθενός από εμάς είναι διαφορετικές και όλοι κάποια στιγμή στη ζωή μας μπορεί να συμβιβαστούμε με καταστάσεις.
Συνεπώς μη ψάχνεται τη λύση ή την απάντηση στο παραπάνω κείμενο για το αν θα πρέπει ή όχι να φύγει κάποιος από την Ελλάδα εν καιρώ κρίσης. Το κείμενο απλά αποτελεί μια προσωπική εμπειρία, μια άποψη και τίποτα παραπάνω. Ίσως όμως κάνει αυτούς που θέλουν να φύγουν να το σκεφτούν ακόμη μια φορά.
Ως τελευταίο άφησα κάτι που είχε πει ένας πολύ καλός μου φίλος και αποτέλεσε τροφή για σκέψη γράφοντας αυτό το κείμενο: “Είναι σα να έρχονται σπίτι σου, να σε πετάνε κάτω από το κρεβάτι σου, να νοικιάζεις αντίσκηνο σε κάμπινγκ για να μείνεις γιατί απλά δε γουστάρεις και δεν ανέχεσαι να τους βλέπεις να κοιμούνται στο κρεβάτι σου φορώντας ακόμη και τις πυτζάμες σου. Λες και σου βγήκε η Παναγία εσένα τόσα χρόνια για να τα χαίρονται άλλοι…”.
Ας τους διώξουμε λοιπόν, πριν ανέβουν και στο κρεβάτι μας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου