Βαρουφάκης Γιάνης
Ένα χρόνο τώρα επιμένω από αυτές τις (ιστο)σελίδες ότι η Κρίση είναι ευρωπαϊκή και δεν επιδέχεται λύσης που να μην αντιμετωπίζει ταυτόχρονα, και σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο, την τριπλή κρίση: του τραπεζικού τομέα, του δημόσιου χρέους και της κατάρρευσης των παραγωγικών επενδύσεων στην ευρωζώνη. Πράγματι, σας έχω κουράσει με μια σχεδόν έμμονη ιδέα για το πως θα μπορούσε να μοιάζει μια τέτοια ευρωπαϊκή λύση, επιμένοντας (σαν χαλασμένος δίσκος βινυλίου) ότι χωρίς τέτοια συνολική λύση ούτε η Ελλάδα θα ανακάμψει ούτε η ευρωζώνη θα επιβιώσει.
Για μήνες τώρα, λέω αυτό το ποιηματάκι μου. Και κάθε φορά που
το λέω, οι δημοσιογράφοι που μου παίρνουν συνέντευξη (αλλά και εσείς οι αναγνώστες του protagon.gr) επανέρχονται: «Ναι, αλλά δεδομένου ότι, όπως φαίνεται, οι ευρωπαίοι εθελοτυφλούν, εμείς τι μπορούμε να κάνουμε;» Η απάντηση που δίνω θεωρείται μοιρολατρική, για να μην πω εξοργιστική: Ό,τι και να κάνουμε εμείς, δεσμευμένοι όπως είμαστε στην ευρωζώνη, αν η ευρωζώνη δεν λύσει τα δομικά της προβλήματα, η μικρή Ελλαδίτσα, ο αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης, όσο και να αυτο-μαστιγώνεται, δεν μπορεί να βγει από την Κρίση με τις δικές της δυνάμεις.
Αντίθετα με αυτά που λέει ο πρωθυπουργός μετά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής (εν συντομία, ότι η Ευρώπη έπραξε το καθήκον της απέναντί μας, τώρα η τύχη μας είναι στα δικά μας χέρια), θυμίζουμε έναν αδύναμο κολυμβητή που βλέπει το τσουνάμι να έρχεται: Ό,τι και να κάνει, όσο σκληρά και να προπονηθεί μέχρι να τον χτυπήσει το επερχόμενο τείχος του νερού, αν δεν γίνει κάτι για να κοπάσει το τσουνάμι, η τραγική τύχη του είναι προδιαγεγραμμένη.
Το ερώτημα όμως παραμένει: Την ώρα που παλεύουμε να πείσουμε τους υπόλοιπους ευρωπαίους για την ανάγκη μιας συνολικής λύσης, τί κάνουμε εδώ στα πάτρια; Τίποτα; Όχι βέβαια. Έχουμε πολλά, πάρα πολλά να κάνουμε. Το να κοπάσει το τσουνάμι είναι αναγκαία συνθήκη για να μην πνιγούμε. Δεν είναι όμως και ικανή: Αν δεν βελτιωθούν οι κολυμβητικές μας επιδόσεις θα πνιγούμε ακόμα κι αν ξεθυμάνει το τσουνάμι. Ακόμα κι αν μας διαγράψουν το χρέος ολόκληρο, κι αν συνεχίσουμε όπως οδεύουμε από το 1970, θα το ξαναχτίσουμε το βουνό χρέους σε μερικά χρόνια. Απλά, μην έχουμε αυταπάτες: Όσο και να βελτιωθούμε, όποιες μεταρρυθμίσεις και να κάνουμε, η ευρωπαϊκή λύση είναι sine qua non.
Στο ακριβώς προηγούμενο άρθρο μου είχα δεσμευτεί ότι στο επόμενο, δηλαδή σε αυτό, θα σκιαγραφούσα τις μεταρρυθμιστικές κινήσεις που προτείνω, ελπίζοντας στο μεταξύ σε μια θεαματική αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής εναντίον της Κρίσης. Οι ιδέες που καταθέτω παρακάτω κινούνται σε τρεις άξονες: Μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα, φορολογική μεταρρύθμιση, 5ετές πρόγραμμα ανάπτυξης της οικονομίας, ενεργοποίηση νέων μορφών συμμετοχικής επιχειρηματικότητας. (Κάποιες από αυτές τις ιδέες, τις παρουσίασα την περασμένη εβδομάδα στο πλαίσιο μελέτης που μου ανέθεσε το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, το ΕΒΕΑ, την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ.)
1. Δημόσιος Τομέας
Ξεκινώ με το μέγα ζήτημα του δημόσιου τομέα και, συγκεκριμένα, με μια σκληρή παρατήρηση που εμπεριέχει την πεμπτουσία του παραδόξου της σκληρής σημερινή ελληνικής πραγματικότητας: Από την μία μεριά, είναι ξεκάθαρο ότι, ανέκαθεν, το ελληνικό δημόσιο ήταν ο υπ. αρ. 1 εχθρός του πολίτη, της κοινωνίας και της οικονομίας. Τώρα μάλιστα που βρισκόμαστε στην δίνη της Κρίσης, η ατελέσφορη προσπάθεια μείωσης των ελλειμμάτων μέσω οριζόντιων περικοπών μεγεθύνει την εχθρότητα του κράτους προς τους πολίτες τους οποίους (υποτίθεται ότι) εξυπηρετεί. Από την άλλη, η μείωση των δημόσιων δαπανών και η συρρίκνωση μισθών και θέσεων εργασίας στο δημόσιο (όπως προτείνουν σοβαροί άνθρωποι όπως ο Αλέκος Παπαδόπουλος, ο Στέφανος Μάνος κ.α.) θα ενέτεινε την Κρίση και θα ήταν καταστροφική τόσο για την κοινωνία όσο και για τον ιδιωτικό τομέα. Τί κάνουμε λοιπόν επ’ αυτού; Η απάντηση που προτείνω είναι απλή: Αντί να εστιάζουμε στο λογιστικό κόστος του δημοσίου, να επικεντρωθούμε στην θεαματική αύξηση της παραγωγικότητας και αποτελεσματικότητάς του. Δύο προτάσεις θέλω να καταθέσω επ΄αυτού: Την πρώτη την ονοματίζω «Αυτο-πληροφόρηση του Δημοσίου» και την δεύτερη «Δημόσιο Δύο Ταχυτήτων» ή «Μοντέλο ΚΕΠ».
Αυτο-πληροφόρηση του Δημοσίου: Φανταστείτε έναν νόμο που, μετά από 12 ή 18 μήνες, απαγορεύει δια ροπάλου σε οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία να ζητήσει από πολίτη ή εκπρόσωπο επιχείρησης πιστοποιητικό το οποίο να πιστοποιεί κάποια πληροφορία που διαθέτει κάποια υπηρεσία του… Δημοσίου. Π.χ. να μην μπορεί το ΙΚΑ να ζητά από υποψήφιο συνταξιούχο να του προσκομίσει οποιαδήποτε πληροφορία διαθέτει η εφορία, να απαγορεύεται η απαίτηση της εφορίας από μια υπό ίδρυση επιχείρηση να προσκομίσει πιστοποιητικά από το ΙΚΑ, την πολεοδομία, τον ΟΑΕΔ κλπ. Με μία κίνηση, με μια μονοκονδυλιά, το Δημόσιο παύει να καταδυναστεύει τις ζωές μας, να επιβραδύνει την επιχειρηματική δραστηριότητα, να σπαταλά το παραγωγικό δυναμικό της οικονομίας μας. Παράλληλα, το Δημόσιο εξαναγκάζεται να δημιουργήσει νέες καινοτόμες μορφές μηχανογράφησης αλλά και δίαυλους από τους οποίους θα ρέει, εντός των τειχών του δημόσιου τομέα, η πληροφορία.
«Δημόσιο Δύο Ταχυτήτων» ή «Μοντέλο ΚΕΠ»: Αναμφισβήτητα, η πιο επιτυχημένη μεταρρύθμιση των τελευταίων δύο δεκαετιών ήταν η δημιουργία των ΚΕΠ. Ποια ήταν η ιδιοφυής ιδέα πίσω από αυτή την μεταρρύθμιση; Ότι το στρεβλό υπάρχον σύστημα δεν μεταρρυθμίζεται αλλά, σε αντιδιαστολή, αντιμετωπίζεται με bypass. Δεν έγινε προσπάθεια μεταρρύθμισης των ληξιαρχείων αλλά, αντίθετα, δημιουργείται μια νέα, σύγχρονη υπηρεσία, με νέους υπαλλήλους, έτσι ώστε να μην χρειαστεί να ξαναπάει ο πολίτης στο Ληξιαρχείο για να πάρει αντίγραφο ληξιαρχικής πράξης. Κάτι ανάλογο χρειάζεται να γίνει σε όλο τον δημόσιο τομέα. Δύο ταχύτητες παντού, με τους νέους και τους αξιολογότερους από τους παλαιούς υπάλληλους να μεταφέρονται στην δεύτερη ταχύτητα, στο αντίστοιχο ΚΕΠ, με εντολή την δημιουργία ενός εντελώς νέου μηχανισμού (σε νέα κτήρια αν γίνεται), με μηχανισμούς αξιολόγησης έργου, και ανάλογα κίνητρα πραγματικής εξατομικευμένης παραγωγικότητας. Όποιος από τους παλαιούς υπαλλήλους δεν αξιολογείται ως ικανός να περάσει στην νέα «ταχύτητα», παραμένει την παλαιά καθώς οι απολύσεις σε καιρό Κρίσης, όπως λέω και ξαναλέω, είναι καταστροφικές τόσο από οικονομικής όσο και από κοινωνικής άποψης. Όμως, και αυτό έχει σημασία, πρέπει να δίνονται συνεχώς ευκαιρίες σε όλους τους υπαλλήλους της πρώτης «ταχύτητας» να περάσουν στην δεύτερη, ίσως μέσω εθελοντικής μετεκπαίδευσης. Σιγά-σιγά, με το σωστό management, το κέντρο βάρους θα μετατοπίζεται από την πρώτη στην δεύτερη ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα του Δημοσίου θα αυξάνεται εκθετικά.
2. Φορολογικό σύστημα
Φορολογικοί συντελεστές: Κάποιοι φίλοι (αλλά και μη) παραξενεύτηκαν την περασμένη εβδομάδα όταν με άκουσαν να καταθέτω από κοινού με το ΕΒΕΑ πρόταση για την μείωση του φορολογικού συντελεστή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο 15% (βλ. εδώ και εδώ). Μάλιστα ερωτήθην: Αρκετά δεν φοροδιαφεύγουν οι επιχειρήσεις; Δεν τους φτάνει η μείωση μισθών και το ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων; Χρειάζονται και μείωση του φορολογικού συντελεστή; Η απάντησή μου, απλή: Στον καιρό της Κρίσης όλοι χάνουν. Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι. Ιδιώτες και δημόσιο. Έχουμε ελεύθερη πτώση κυρίες και κύριοι. Εν μέσω μιας τέτοιας πτώσης, ένα είναι το ζητούμενο: Ένα αλεξίπτωτο που θα φρενάρει την πτώση. Αποτελεί ιερό καθήκον του κράτους, απέναντι στους πολίτες και απέναντι στον εαυτό του, να μειώσει άμεσα όλους τους φορολογικούς συντελεστές ώστε να αυξήσει τα δημόσια έσοδα. Στην Ελλάδα, το 99% των επιχειρήσεων πληρώνουν κατά μέσον όρο περί τα €6000. Μια μείωση του φορολογικού συντελεστή για τους μικρομεσαίους, καθώς και του ΦΠΑ για όλους, εφόσον συνδυαστεί με σωστή επικοινωνιακή πολιτική και βελτίωση της λειτουργίας των εφοριών, θα αποδώσει περισσότερα έσοδα – όχι λιγότερα. Προτείνω, πιο συγκεκριμένα, την μείωση του ΦΠΑ στο 15% αλλά και την δημιουργία μιας προοδευτικής κλίμακας φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις (κατά το μοντέλο της Πορτογαλίας) όπου τα ετήσια εισοδήματα έως €10.000 φορολογούνται με 12,5%, από €10.000 έως €15.000 με 14,5%, κλπ μέχρι που ο συντελεστής να φτάνει στο 25% για ετήσια εισοδήματα άνω των €100.000 και στο 40% για εισοδήματα από €1εκ και πάνω (ώστε οι τράπεζες να συνεισφέρουν όσο και οι πλούσιοι). Φαντάζεστε την αλλαγή κλίματος στην αγορά και στην κοινωνία αν έβγαινε μια διαφήμιση στις τηλεοράσεις από το υπουργείο οικονομικών που, ουσιαστικά, να λέει στους πολίτες: «Σε μια δύσκολη στιγμή, το κράτος έκανε το καθήκον του απέναντί σου. Ήρθε η σειρά σου να κάνεις το δικό σου καθήκον απέναντι στους υπόλοιπους. Δήλωσε τα πραγματικά σου εισοδήματα!»
Φορολογικοί έλεγχοι: Όσο ζούσα σε αγγλοσαξονικές χώρες, για 23 χρόνια, σας διαβεβαιώ ότι δεν είχα δει ποτέ το κτήριο κάποιας εφορίας. Ούτε και μου ζητήθηκε να στέλνω σακούλες με αποδείξεις και άλλα δικαιολογητικά κάθε φορά που συμπλήρωνα την φορολογική μου δήλωση. Ποτέ! Αυτό που γνώριζα όμως ήταν ότι, αν ποτέ επιλεχθώ για τυχαίο δειγματοληπτικό έλεγχο, και δεν έχω τα απαραίτητα δικαιολογητικά και αποδείξεις έτοιμες (με τις οποίες θα δικαιολογείται και η τελευταία κίνηση στον τραπεζικό μου λογαριασμό), η ζωή μου (όπως την ήξερα) θα έληγε! Μία φορά μου έγινε τέτοιος έλεγχος. Το 1993. Ήταν δυσάρεστος. Όμως ήταν μικρό το κακό μπροστά στην αναξιοπρέπεια του να τρέχω στις εφορίες για δεκαετίες και να βρίσκομαι συνεχώς αντιμέτωπος με ένα κράτος το οποίο με αντιμετωπίζει ως ένοχο (καθώς η απόδειξη του εναντίου είναι φιλοσοφικά αδύνατη). Ο έφορος που μου τηλεφώνησε μου έδωσε την επιλογή να με επισκεφτεί στο γραφείο μου ή να πάω εγώ στο δικό του. Επέλεξα το γραφείο μου. Με επισκέφτηκαν δύο, ένας άνδρας εφοριακός και μία γυναίκα. Πριν αρχίσουμε, έβγαλαν από μια τσάντα ένα μαγνητόφωνο και με πληροφόρησαν ότι ό,τι πούμε πρέπει να καταγραφεί και στο τέλος να σφραγιστεί η κασέτα (τώρα χρησιμοποιούν dvd) μετά από υπογραφή και των δύο μερών. Μου είπαν μάλιστα ότι, σε περίπτωση που το ένα από τα δύο μέρη (εγώ ή εκείνοι) θέλουν να επικαλεστούν κάτι από αυτά που θα ειπωθούν στο δικαστήριο, έχει το δικαίωμα να το κάνει. Με αυτά τα λόγια έρχομαι στην απλή πρόταση: Αυστηροί δειγματοληπτικοί έλεγχοι, με δρακόντεια μέτρα εναντίον των παρανομούντων, μέγιστη προθεσμία στα δικαστήρια για την επιβολή κυρώσεων οι 6 μήνες, αλλά και παράλληλα νομική επιβολή υπηρεσιακής μαγνητοφώνησης όλων των συνομιλιών μεταξύ ελεγκτών και εκπροσώπων των επιχειρήσεων, με δικαίωμα του κάθε μέρους να επικαλεστούν τα μαγνητοφωνημένα αρχεία σε κάθε διοικητική/δικαστική εξέταση.
3. Πενταετής Οικονομικός Προγραμματισμός
Τα πενταετή αναπτυξιακά προγράμματα στην χώρα μια θλιβερή προϊστορία. Στα χαρτιά έμειναν. Σε συνδυασμό με την δεσπόζουσα νεοφιλελεύθερη άποψη ότι δεν είναι δουλειά του κράτους να αναδεικνύει τους εθνικούς πρωταθλητές στον χώρο των επιχειρήσεων, η πρότασή μου αυτή θα ξενίσει. Κι όμως. Αυτή την στιγμή απαιτείται ένας συντονισμός. Έτσι κι αλλιώς ο ιδιωτικός μας τομέας είναι εν πολλοίς, κακά τα ψέμματα, κρατικοδίαιτος (είτε λόγω της διαπλοκής του με το ελληνικό δημόσιο είτε λόγω της εξάρτησής του από τα ΕΣΠΑ). Σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο, όπου καλούμαστε να απαντήσουμε στο αμείλικτο ερώτημα «Η Ελλάδα με τι αγαθά θα συμμετέχει στο ευρωπαϊκό και στο διεθνές εμπόριο;», δεν είναι δυνατόν το κράτος να μην προσπαθήσει να συντονίσει τις καλές προσπάθειες των ιδιωτών που δεν το βάζουν κάτω, να σταθεί αρωγός σε αυτές, και να τις εντάξει στον προγραμματισμό των δημοσίων επενδύσεων και μάλιστα στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Ας επωμιστεί το Υπουργείο Ανάπτυξης το μέγα ερώτημα: Ποιοι κλάδοι πρέπει να ενισχυθούν τα επόμενα πέντε χρόνια; Ποιες επιχειρήσεις εντός αυτών μπορούν να προσφέρουν προτιθέμενη αξία; Ποια δίκτυα επιχειρήσεων υπάρχουν ή μπορούν να δημιουργηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτή την στιγμή, τέτοιες προσπάθειες γίνονται από κάποια Υπουργεία και από οργανισμούς (π.χ. ΕΟΜΜΕΧ). Δεν συντονίζονται όμως μεταξύ τους. Επαφίονται στον πατριωτισμό κάποιων ανθρώπων. Αυτό που απαιτείται είναι ο συντονισμός τους στο πλαίσιο ενός συνολικού πενταετούς οικονομικού προγράμματος για όλη την χώρα και για όλους τους κλάδους – από τον τουρισμό και την μεταποίηση στις βιολογικές καλλιέργειες και την υψηλή τεχνολογία.
4. Ενεργοποίηση της συμμετοχικής οικονομίας
Το θυμάστε το σλόγκαν του Γιώργου Παπανδρέου περί συμμετοχικής δημοκρατίας, τότε που έκανε τα πρώτα βήματά του στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ; Εκείνη την εποχή, επιχειρηματολογούσα ότι η έννοια της συμμετοχικής δημοκρατίας θα παρέμενε κενή περιεχομένου αν δεν επεκτεινόταν στην έννοια της συμμετοχικής οικονομίας. Όπερ και εγένετο: Το σλόγκαν παρέμεινε σλόγκαν. Επειδή δεν είναι η ώρα τώρα να αναφερθούμε εκτενώς στα της συμμετοχικής οικονομίας, θα περιοριστώ σε μερικές σκέψεις. Μεταξύ του κρατικού μηχανισμού και των επιχειρήσεων υπάρχει μια γκρίζα ζώνη όπου κατοικούν άνθρωποι με καλές ιδέες, με μεγάλη ενέργεια, με δημιουργικότητα και με διάθεση για προσφορά που υπερβαίνει το καθαρά οικονομικό ενδιαφέρον. Αυτή η οικονομική και κοινωνική ενέργεια πάει, βασικά, χαμένη. Συμμετοχικές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες θα την ενεργοποιούσαν με απρόβλεπτα, αλλά σίγουρα θετικά, αποτελέσματα για την χώρα. Υπό μια άποψη, τέτοιες πρωτοβουλίες θυμίζουν ένα είδος συνεταιρισμού. Υπάρχει όμως μια σημαντική διαφορά: Δεν αφορούν απλά συμπράξεις παραγωγών με κοινά συμφέροντα (π.χ. παραγωγών λαδιού), τα οποία αντιπαρατίθενται (ως ένα καρτέλ) στην αγορά των συμφερόντων της υπόλοιπης κοινωνίας (π.χ. των καταναλωτών λαδιού, των υπόλοιπων κλάδων). Αντίθετα, διέπονται από μια ενδογενή «φυσική ισορροπία» από τη στιγμή που σε αυτές συμμετέχουν και παραγωγοί και χρήστες/καταναλωτές. Αυτή η ισορροπία αντίθετων και κοινών συμφερόντων, μαζί με την πρόβλεψη (μερικής) δημόσιας χρηματοδότησης στην βάση μετρήσιμων αποτελεσμάτων, είναι η εγγύηση ότι οι συμμετοχικές επιχειρήσεις δεν θα εκφυλιστούν σε παραδοσιακού τύπου συνεταιρισμούς (παρελθόντων ετών) ή σε ιδιωτικές κρατικοδίαιτες εταιρείες/συμπράξεις. Κλείνω με δύο παραδείγματα: (Α) Δίκτυο παραγωγών βιολογικών προϊόντων, καταναλωτών που αποκτούν προτεραιότητα στην κατανάλωση των προϊόντων αυτών (αλλά και έλεγχο επί της παραγωγικής διαδικασίας) και, τέλος, εξαγωγικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό με μια σειρά από σχετικά προϊόντα (π.χ. οινοπαραγωγούς). (Β) Ένα από τα σχολεία που κλείνει το υπουργείο κρατείται ανοικτό από τους καθηγητές και την τοπική κοινωνία. Οι μεν πληρώνονται τον μισθό τους κανονικά από το δημόσιο αλλά αναλαμβάνουν να εισάγουν κενά δαιμόνια στο πρόγραμμα σπουδών (π.χ. επί πλέον μαθήματα γλώσσας, θεάτρου κλπ. όπως κάνουν τα ακριβά σχολειά των Βορείων Αθηναϊκών Προαστίων) με την αρωγή της τοπικής κοινωνίας, του Δήμου κλπ.
Συμπέρασμα
Πολλά πρέπει και μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε τις συλλογικές και ατομικές μας αποδόσεις. Όμως, τίποτα δεν θα πετύχουμε με περικοπές στις δημόσιες δαπάνες που αφορούν επενδύσεις, μισθούς και θέσεις εργασίας. Ζητούμενο είναι η θεαματική βελτίωση της αποτελεσματικότητας του κράτους και του συντονισμού των επιχειρηματικών κινήσεων. Κι όλα αυτά την ώρα που πασχίζουμε να πείσουμε τους ηγέτες μας (τουλάχιστον) να προσπαθήσουν να βάλουν μυαλό στους ευρωπαίους συναδέλφους τους έτσι ώστε να μην πάνε χαμένες οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και οι θυσίες όλων, βορείων και νοτίων κατοίκων μιας ηπείρου με λαμπρό παρελθόν, μεγάλες δυνατότητες αλλά και με ένα αποκαρδιωτικά αδύναμο πολιτικό προσωπικό.
http://www.protagon.gr
Ένα χρόνο τώρα επιμένω από αυτές τις (ιστο)σελίδες ότι η Κρίση είναι ευρωπαϊκή και δεν επιδέχεται λύσης που να μην αντιμετωπίζει ταυτόχρονα, και σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο, την τριπλή κρίση: του τραπεζικού τομέα, του δημόσιου χρέους και της κατάρρευσης των παραγωγικών επενδύσεων στην ευρωζώνη. Πράγματι, σας έχω κουράσει με μια σχεδόν έμμονη ιδέα για το πως θα μπορούσε να μοιάζει μια τέτοια ευρωπαϊκή λύση, επιμένοντας (σαν χαλασμένος δίσκος βινυλίου) ότι χωρίς τέτοια συνολική λύση ούτε η Ελλάδα θα ανακάμψει ούτε η ευρωζώνη θα επιβιώσει.
Για μήνες τώρα, λέω αυτό το ποιηματάκι μου. Και κάθε φορά που
το λέω, οι δημοσιογράφοι που μου παίρνουν συνέντευξη (αλλά και εσείς οι αναγνώστες του protagon.gr) επανέρχονται: «Ναι, αλλά δεδομένου ότι, όπως φαίνεται, οι ευρωπαίοι εθελοτυφλούν, εμείς τι μπορούμε να κάνουμε;» Η απάντηση που δίνω θεωρείται μοιρολατρική, για να μην πω εξοργιστική: Ό,τι και να κάνουμε εμείς, δεσμευμένοι όπως είμαστε στην ευρωζώνη, αν η ευρωζώνη δεν λύσει τα δομικά της προβλήματα, η μικρή Ελλαδίτσα, ο αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης, όσο και να αυτο-μαστιγώνεται, δεν μπορεί να βγει από την Κρίση με τις δικές της δυνάμεις.
Αντίθετα με αυτά που λέει ο πρωθυπουργός μετά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής (εν συντομία, ότι η Ευρώπη έπραξε το καθήκον της απέναντί μας, τώρα η τύχη μας είναι στα δικά μας χέρια), θυμίζουμε έναν αδύναμο κολυμβητή που βλέπει το τσουνάμι να έρχεται: Ό,τι και να κάνει, όσο σκληρά και να προπονηθεί μέχρι να τον χτυπήσει το επερχόμενο τείχος του νερού, αν δεν γίνει κάτι για να κοπάσει το τσουνάμι, η τραγική τύχη του είναι προδιαγεγραμμένη.
Το ερώτημα όμως παραμένει: Την ώρα που παλεύουμε να πείσουμε τους υπόλοιπους ευρωπαίους για την ανάγκη μιας συνολικής λύσης, τί κάνουμε εδώ στα πάτρια; Τίποτα; Όχι βέβαια. Έχουμε πολλά, πάρα πολλά να κάνουμε. Το να κοπάσει το τσουνάμι είναι αναγκαία συνθήκη για να μην πνιγούμε. Δεν είναι όμως και ικανή: Αν δεν βελτιωθούν οι κολυμβητικές μας επιδόσεις θα πνιγούμε ακόμα κι αν ξεθυμάνει το τσουνάμι. Ακόμα κι αν μας διαγράψουν το χρέος ολόκληρο, κι αν συνεχίσουμε όπως οδεύουμε από το 1970, θα το ξαναχτίσουμε το βουνό χρέους σε μερικά χρόνια. Απλά, μην έχουμε αυταπάτες: Όσο και να βελτιωθούμε, όποιες μεταρρυθμίσεις και να κάνουμε, η ευρωπαϊκή λύση είναι sine qua non.
Στο ακριβώς προηγούμενο άρθρο μου είχα δεσμευτεί ότι στο επόμενο, δηλαδή σε αυτό, θα σκιαγραφούσα τις μεταρρυθμιστικές κινήσεις που προτείνω, ελπίζοντας στο μεταξύ σε μια θεαματική αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής εναντίον της Κρίσης. Οι ιδέες που καταθέτω παρακάτω κινούνται σε τρεις άξονες: Μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα, φορολογική μεταρρύθμιση, 5ετές πρόγραμμα ανάπτυξης της οικονομίας, ενεργοποίηση νέων μορφών συμμετοχικής επιχειρηματικότητας. (Κάποιες από αυτές τις ιδέες, τις παρουσίασα την περασμένη εβδομάδα στο πλαίσιο μελέτης που μου ανέθεσε το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, το ΕΒΕΑ, την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ.)
1. Δημόσιος Τομέας
Ξεκινώ με το μέγα ζήτημα του δημόσιου τομέα και, συγκεκριμένα, με μια σκληρή παρατήρηση που εμπεριέχει την πεμπτουσία του παραδόξου της σκληρής σημερινή ελληνικής πραγματικότητας: Από την μία μεριά, είναι ξεκάθαρο ότι, ανέκαθεν, το ελληνικό δημόσιο ήταν ο υπ. αρ. 1 εχθρός του πολίτη, της κοινωνίας και της οικονομίας. Τώρα μάλιστα που βρισκόμαστε στην δίνη της Κρίσης, η ατελέσφορη προσπάθεια μείωσης των ελλειμμάτων μέσω οριζόντιων περικοπών μεγεθύνει την εχθρότητα του κράτους προς τους πολίτες τους οποίους (υποτίθεται ότι) εξυπηρετεί. Από την άλλη, η μείωση των δημόσιων δαπανών και η συρρίκνωση μισθών και θέσεων εργασίας στο δημόσιο (όπως προτείνουν σοβαροί άνθρωποι όπως ο Αλέκος Παπαδόπουλος, ο Στέφανος Μάνος κ.α.) θα ενέτεινε την Κρίση και θα ήταν καταστροφική τόσο για την κοινωνία όσο και για τον ιδιωτικό τομέα. Τί κάνουμε λοιπόν επ’ αυτού; Η απάντηση που προτείνω είναι απλή: Αντί να εστιάζουμε στο λογιστικό κόστος του δημοσίου, να επικεντρωθούμε στην θεαματική αύξηση της παραγωγικότητας και αποτελεσματικότητάς του. Δύο προτάσεις θέλω να καταθέσω επ΄αυτού: Την πρώτη την ονοματίζω «Αυτο-πληροφόρηση του Δημοσίου» και την δεύτερη «Δημόσιο Δύο Ταχυτήτων» ή «Μοντέλο ΚΕΠ».
Αυτο-πληροφόρηση του Δημοσίου: Φανταστείτε έναν νόμο που, μετά από 12 ή 18 μήνες, απαγορεύει δια ροπάλου σε οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία να ζητήσει από πολίτη ή εκπρόσωπο επιχείρησης πιστοποιητικό το οποίο να πιστοποιεί κάποια πληροφορία που διαθέτει κάποια υπηρεσία του… Δημοσίου. Π.χ. να μην μπορεί το ΙΚΑ να ζητά από υποψήφιο συνταξιούχο να του προσκομίσει οποιαδήποτε πληροφορία διαθέτει η εφορία, να απαγορεύεται η απαίτηση της εφορίας από μια υπό ίδρυση επιχείρηση να προσκομίσει πιστοποιητικά από το ΙΚΑ, την πολεοδομία, τον ΟΑΕΔ κλπ. Με μία κίνηση, με μια μονοκονδυλιά, το Δημόσιο παύει να καταδυναστεύει τις ζωές μας, να επιβραδύνει την επιχειρηματική δραστηριότητα, να σπαταλά το παραγωγικό δυναμικό της οικονομίας μας. Παράλληλα, το Δημόσιο εξαναγκάζεται να δημιουργήσει νέες καινοτόμες μορφές μηχανογράφησης αλλά και δίαυλους από τους οποίους θα ρέει, εντός των τειχών του δημόσιου τομέα, η πληροφορία.
«Δημόσιο Δύο Ταχυτήτων» ή «Μοντέλο ΚΕΠ»: Αναμφισβήτητα, η πιο επιτυχημένη μεταρρύθμιση των τελευταίων δύο δεκαετιών ήταν η δημιουργία των ΚΕΠ. Ποια ήταν η ιδιοφυής ιδέα πίσω από αυτή την μεταρρύθμιση; Ότι το στρεβλό υπάρχον σύστημα δεν μεταρρυθμίζεται αλλά, σε αντιδιαστολή, αντιμετωπίζεται με bypass. Δεν έγινε προσπάθεια μεταρρύθμισης των ληξιαρχείων αλλά, αντίθετα, δημιουργείται μια νέα, σύγχρονη υπηρεσία, με νέους υπαλλήλους, έτσι ώστε να μην χρειαστεί να ξαναπάει ο πολίτης στο Ληξιαρχείο για να πάρει αντίγραφο ληξιαρχικής πράξης. Κάτι ανάλογο χρειάζεται να γίνει σε όλο τον δημόσιο τομέα. Δύο ταχύτητες παντού, με τους νέους και τους αξιολογότερους από τους παλαιούς υπάλληλους να μεταφέρονται στην δεύτερη ταχύτητα, στο αντίστοιχο ΚΕΠ, με εντολή την δημιουργία ενός εντελώς νέου μηχανισμού (σε νέα κτήρια αν γίνεται), με μηχανισμούς αξιολόγησης έργου, και ανάλογα κίνητρα πραγματικής εξατομικευμένης παραγωγικότητας. Όποιος από τους παλαιούς υπαλλήλους δεν αξιολογείται ως ικανός να περάσει στην νέα «ταχύτητα», παραμένει την παλαιά καθώς οι απολύσεις σε καιρό Κρίσης, όπως λέω και ξαναλέω, είναι καταστροφικές τόσο από οικονομικής όσο και από κοινωνικής άποψης. Όμως, και αυτό έχει σημασία, πρέπει να δίνονται συνεχώς ευκαιρίες σε όλους τους υπαλλήλους της πρώτης «ταχύτητας» να περάσουν στην δεύτερη, ίσως μέσω εθελοντικής μετεκπαίδευσης. Σιγά-σιγά, με το σωστό management, το κέντρο βάρους θα μετατοπίζεται από την πρώτη στην δεύτερη ταχύτητα και η αποτελεσματικότητα του Δημοσίου θα αυξάνεται εκθετικά.
2. Φορολογικό σύστημα
Φορολογικοί συντελεστές: Κάποιοι φίλοι (αλλά και μη) παραξενεύτηκαν την περασμένη εβδομάδα όταν με άκουσαν να καταθέτω από κοινού με το ΕΒΕΑ πρόταση για την μείωση του φορολογικού συντελεστή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο 15% (βλ. εδώ και εδώ). Μάλιστα ερωτήθην: Αρκετά δεν φοροδιαφεύγουν οι επιχειρήσεις; Δεν τους φτάνει η μείωση μισθών και το ξεχαρβάλωμα των εργασιακών σχέσεων; Χρειάζονται και μείωση του φορολογικού συντελεστή; Η απάντησή μου, απλή: Στον καιρό της Κρίσης όλοι χάνουν. Επιχειρήσεις και εργαζόμενοι. Ιδιώτες και δημόσιο. Έχουμε ελεύθερη πτώση κυρίες και κύριοι. Εν μέσω μιας τέτοιας πτώσης, ένα είναι το ζητούμενο: Ένα αλεξίπτωτο που θα φρενάρει την πτώση. Αποτελεί ιερό καθήκον του κράτους, απέναντι στους πολίτες και απέναντι στον εαυτό του, να μειώσει άμεσα όλους τους φορολογικούς συντελεστές ώστε να αυξήσει τα δημόσια έσοδα. Στην Ελλάδα, το 99% των επιχειρήσεων πληρώνουν κατά μέσον όρο περί τα €6000. Μια μείωση του φορολογικού συντελεστή για τους μικρομεσαίους, καθώς και του ΦΠΑ για όλους, εφόσον συνδυαστεί με σωστή επικοινωνιακή πολιτική και βελτίωση της λειτουργίας των εφοριών, θα αποδώσει περισσότερα έσοδα – όχι λιγότερα. Προτείνω, πιο συγκεκριμένα, την μείωση του ΦΠΑ στο 15% αλλά και την δημιουργία μιας προοδευτικής κλίμακας φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις (κατά το μοντέλο της Πορτογαλίας) όπου τα ετήσια εισοδήματα έως €10.000 φορολογούνται με 12,5%, από €10.000 έως €15.000 με 14,5%, κλπ μέχρι που ο συντελεστής να φτάνει στο 25% για ετήσια εισοδήματα άνω των €100.000 και στο 40% για εισοδήματα από €1εκ και πάνω (ώστε οι τράπεζες να συνεισφέρουν όσο και οι πλούσιοι). Φαντάζεστε την αλλαγή κλίματος στην αγορά και στην κοινωνία αν έβγαινε μια διαφήμιση στις τηλεοράσεις από το υπουργείο οικονομικών που, ουσιαστικά, να λέει στους πολίτες: «Σε μια δύσκολη στιγμή, το κράτος έκανε το καθήκον του απέναντί σου. Ήρθε η σειρά σου να κάνεις το δικό σου καθήκον απέναντι στους υπόλοιπους. Δήλωσε τα πραγματικά σου εισοδήματα!»
Φορολογικοί έλεγχοι: Όσο ζούσα σε αγγλοσαξονικές χώρες, για 23 χρόνια, σας διαβεβαιώ ότι δεν είχα δει ποτέ το κτήριο κάποιας εφορίας. Ούτε και μου ζητήθηκε να στέλνω σακούλες με αποδείξεις και άλλα δικαιολογητικά κάθε φορά που συμπλήρωνα την φορολογική μου δήλωση. Ποτέ! Αυτό που γνώριζα όμως ήταν ότι, αν ποτέ επιλεχθώ για τυχαίο δειγματοληπτικό έλεγχο, και δεν έχω τα απαραίτητα δικαιολογητικά και αποδείξεις έτοιμες (με τις οποίες θα δικαιολογείται και η τελευταία κίνηση στον τραπεζικό μου λογαριασμό), η ζωή μου (όπως την ήξερα) θα έληγε! Μία φορά μου έγινε τέτοιος έλεγχος. Το 1993. Ήταν δυσάρεστος. Όμως ήταν μικρό το κακό μπροστά στην αναξιοπρέπεια του να τρέχω στις εφορίες για δεκαετίες και να βρίσκομαι συνεχώς αντιμέτωπος με ένα κράτος το οποίο με αντιμετωπίζει ως ένοχο (καθώς η απόδειξη του εναντίου είναι φιλοσοφικά αδύνατη). Ο έφορος που μου τηλεφώνησε μου έδωσε την επιλογή να με επισκεφτεί στο γραφείο μου ή να πάω εγώ στο δικό του. Επέλεξα το γραφείο μου. Με επισκέφτηκαν δύο, ένας άνδρας εφοριακός και μία γυναίκα. Πριν αρχίσουμε, έβγαλαν από μια τσάντα ένα μαγνητόφωνο και με πληροφόρησαν ότι ό,τι πούμε πρέπει να καταγραφεί και στο τέλος να σφραγιστεί η κασέτα (τώρα χρησιμοποιούν dvd) μετά από υπογραφή και των δύο μερών. Μου είπαν μάλιστα ότι, σε περίπτωση που το ένα από τα δύο μέρη (εγώ ή εκείνοι) θέλουν να επικαλεστούν κάτι από αυτά που θα ειπωθούν στο δικαστήριο, έχει το δικαίωμα να το κάνει. Με αυτά τα λόγια έρχομαι στην απλή πρόταση: Αυστηροί δειγματοληπτικοί έλεγχοι, με δρακόντεια μέτρα εναντίον των παρανομούντων, μέγιστη προθεσμία στα δικαστήρια για την επιβολή κυρώσεων οι 6 μήνες, αλλά και παράλληλα νομική επιβολή υπηρεσιακής μαγνητοφώνησης όλων των συνομιλιών μεταξύ ελεγκτών και εκπροσώπων των επιχειρήσεων, με δικαίωμα του κάθε μέρους να επικαλεστούν τα μαγνητοφωνημένα αρχεία σε κάθε διοικητική/δικαστική εξέταση.
3. Πενταετής Οικονομικός Προγραμματισμός
Τα πενταετή αναπτυξιακά προγράμματα στην χώρα μια θλιβερή προϊστορία. Στα χαρτιά έμειναν. Σε συνδυασμό με την δεσπόζουσα νεοφιλελεύθερη άποψη ότι δεν είναι δουλειά του κράτους να αναδεικνύει τους εθνικούς πρωταθλητές στον χώρο των επιχειρήσεων, η πρότασή μου αυτή θα ξενίσει. Κι όμως. Αυτή την στιγμή απαιτείται ένας συντονισμός. Έτσι κι αλλιώς ο ιδιωτικός μας τομέας είναι εν πολλοίς, κακά τα ψέμματα, κρατικοδίαιτος (είτε λόγω της διαπλοκής του με το ελληνικό δημόσιο είτε λόγω της εξάρτησής του από τα ΕΣΠΑ). Σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο, όπου καλούμαστε να απαντήσουμε στο αμείλικτο ερώτημα «Η Ελλάδα με τι αγαθά θα συμμετέχει στο ευρωπαϊκό και στο διεθνές εμπόριο;», δεν είναι δυνατόν το κράτος να μην προσπαθήσει να συντονίσει τις καλές προσπάθειες των ιδιωτών που δεν το βάζουν κάτω, να σταθεί αρωγός σε αυτές, και να τις εντάξει στον προγραμματισμό των δημοσίων επενδύσεων και μάλιστα στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Ας επωμιστεί το Υπουργείο Ανάπτυξης το μέγα ερώτημα: Ποιοι κλάδοι πρέπει να ενισχυθούν τα επόμενα πέντε χρόνια; Ποιες επιχειρήσεις εντός αυτών μπορούν να προσφέρουν προτιθέμενη αξία; Ποια δίκτυα επιχειρήσεων υπάρχουν ή μπορούν να δημιουργηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτή την στιγμή, τέτοιες προσπάθειες γίνονται από κάποια Υπουργεία και από οργανισμούς (π.χ. ΕΟΜΜΕΧ). Δεν συντονίζονται όμως μεταξύ τους. Επαφίονται στον πατριωτισμό κάποιων ανθρώπων. Αυτό που απαιτείται είναι ο συντονισμός τους στο πλαίσιο ενός συνολικού πενταετούς οικονομικού προγράμματος για όλη την χώρα και για όλους τους κλάδους – από τον τουρισμό και την μεταποίηση στις βιολογικές καλλιέργειες και την υψηλή τεχνολογία.
4. Ενεργοποίηση της συμμετοχικής οικονομίας
Το θυμάστε το σλόγκαν του Γιώργου Παπανδρέου περί συμμετοχικής δημοκρατίας, τότε που έκανε τα πρώτα βήματά του στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ; Εκείνη την εποχή, επιχειρηματολογούσα ότι η έννοια της συμμετοχικής δημοκρατίας θα παρέμενε κενή περιεχομένου αν δεν επεκτεινόταν στην έννοια της συμμετοχικής οικονομίας. Όπερ και εγένετο: Το σλόγκαν παρέμεινε σλόγκαν. Επειδή δεν είναι η ώρα τώρα να αναφερθούμε εκτενώς στα της συμμετοχικής οικονομίας, θα περιοριστώ σε μερικές σκέψεις. Μεταξύ του κρατικού μηχανισμού και των επιχειρήσεων υπάρχει μια γκρίζα ζώνη όπου κατοικούν άνθρωποι με καλές ιδέες, με μεγάλη ενέργεια, με δημιουργικότητα και με διάθεση για προσφορά που υπερβαίνει το καθαρά οικονομικό ενδιαφέρον. Αυτή η οικονομική και κοινωνική ενέργεια πάει, βασικά, χαμένη. Συμμετοχικές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες θα την ενεργοποιούσαν με απρόβλεπτα, αλλά σίγουρα θετικά, αποτελέσματα για την χώρα. Υπό μια άποψη, τέτοιες πρωτοβουλίες θυμίζουν ένα είδος συνεταιρισμού. Υπάρχει όμως μια σημαντική διαφορά: Δεν αφορούν απλά συμπράξεις παραγωγών με κοινά συμφέροντα (π.χ. παραγωγών λαδιού), τα οποία αντιπαρατίθενται (ως ένα καρτέλ) στην αγορά των συμφερόντων της υπόλοιπης κοινωνίας (π.χ. των καταναλωτών λαδιού, των υπόλοιπων κλάδων). Αντίθετα, διέπονται από μια ενδογενή «φυσική ισορροπία» από τη στιγμή που σε αυτές συμμετέχουν και παραγωγοί και χρήστες/καταναλωτές. Αυτή η ισορροπία αντίθετων και κοινών συμφερόντων, μαζί με την πρόβλεψη (μερικής) δημόσιας χρηματοδότησης στην βάση μετρήσιμων αποτελεσμάτων, είναι η εγγύηση ότι οι συμμετοχικές επιχειρήσεις δεν θα εκφυλιστούν σε παραδοσιακού τύπου συνεταιρισμούς (παρελθόντων ετών) ή σε ιδιωτικές κρατικοδίαιτες εταιρείες/συμπράξεις. Κλείνω με δύο παραδείγματα: (Α) Δίκτυο παραγωγών βιολογικών προϊόντων, καταναλωτών που αποκτούν προτεραιότητα στην κατανάλωση των προϊόντων αυτών (αλλά και έλεγχο επί της παραγωγικής διαδικασίας) και, τέλος, εξαγωγικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό με μια σειρά από σχετικά προϊόντα (π.χ. οινοπαραγωγούς). (Β) Ένα από τα σχολεία που κλείνει το υπουργείο κρατείται ανοικτό από τους καθηγητές και την τοπική κοινωνία. Οι μεν πληρώνονται τον μισθό τους κανονικά από το δημόσιο αλλά αναλαμβάνουν να εισάγουν κενά δαιμόνια στο πρόγραμμα σπουδών (π.χ. επί πλέον μαθήματα γλώσσας, θεάτρου κλπ. όπως κάνουν τα ακριβά σχολειά των Βορείων Αθηναϊκών Προαστίων) με την αρωγή της τοπικής κοινωνίας, του Δήμου κλπ.
Συμπέρασμα
Πολλά πρέπει και μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε τις συλλογικές και ατομικές μας αποδόσεις. Όμως, τίποτα δεν θα πετύχουμε με περικοπές στις δημόσιες δαπάνες που αφορούν επενδύσεις, μισθούς και θέσεις εργασίας. Ζητούμενο είναι η θεαματική βελτίωση της αποτελεσματικότητας του κράτους και του συντονισμού των επιχειρηματικών κινήσεων. Κι όλα αυτά την ώρα που πασχίζουμε να πείσουμε τους ηγέτες μας (τουλάχιστον) να προσπαθήσουν να βάλουν μυαλό στους ευρωπαίους συναδέλφους τους έτσι ώστε να μην πάνε χαμένες οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και οι θυσίες όλων, βορείων και νοτίων κατοίκων μιας ηπείρου με λαμπρό παρελθόν, μεγάλες δυνατότητες αλλά και με ένα αποκαρδιωτικά αδύναμο πολιτικό προσωπικό.
http://www.protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου